Πάσχω στα ισλανδικά
Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
þjást, ert, þjáist, líða, ert með
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πάσχω
πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πάσχω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πάροδος στα ισλανδικά - byway
- πάσσαλος στα ισλανδικά - heimskaut, staur, Peg, fastgengisstefna, pinna, fastgengisstefnunnar, titturinn
- πάταγος στα ισλανδικά - árekstur, ys, Bang, í Bang, Bang og
- πάτερο στα ισλανδικά - Patero
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: þjást, ert, þjáist, líða, ert með
Μεταφράσεις: þjást, ert, þjáist, líða, ert með