Πάσχω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πάσχω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
страдам, страдат, страдате, страда, пострада
Πάσχω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πάσχω

πάσχω από κατάθλιψη, πάσχω ( πασχω ), πάσχω από σχιζοφρένεια, πάσχω ομόρριζα, πάσχω κλίση, πάσχω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πάσχω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πάροδος στα βουλγαρικά - страничен път, посредством затягащо, посредством затягащо средство
  • πάσσαλος στα βουλγαρικά - ставка, шест, колче, клин, щифт, закачалка, тапа
  • πάταγος στα βουλγαρικά - шум, трясък, гърмеж, Bang, взрив, гръм и трясък
  • πάτερο στα βουλγαρικά - Patero
Τυχαίες λέξεις
Πάσχω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: страдам, страдат, страдате, страда, пострада