Παλεύω στα αλβανικά
Μετάφραση: παλεύω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përleshje, luftim, betejë, ndeshje, lufta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλεύω
παλεύω συνώνυμα, παλεύω με τα κύματα, το παλεύω, παλεύω στίχοι, την παλεύω, παλεύω λεξικό γλώσσας αλβανικά, παλεύω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- παλαιστής στα αλβανικά - mundës, Mundësi, mundës i, mundësi i
- παλαιός στα αλβανικά - vjetër, lashtë, i vjetër, e vjetër, vjetra, të vjetër
- παλιάνθρωπος στα αλβανικά - maskarai, zdrugoj, qelbës
- παλικαρισμός στα αλβανικά - ngacmimi, Shtypës, Shtypës I, Bullying, ngacmimet
Τυχαίες λέξεις
Παλεύω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: përleshje, luftim, betejë, ndeshje, lufta
Μεταφράσεις: përleshje, luftim, betejë, ndeshje, lufta