Παλεύω στα κροατικά

Μετάφραση: παλεύω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kuka, čaklja, borba, borbi, borbu, borbe, boriti
Παλεύω στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλεύω

παλεύω συνώνυμα, παλεύω με τα κύματα, το παλεύω, παλεύω στίχοι, την παλεύω, παλεύω λεξικό γλώσσας κροατικά, παλεύω στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • παλαιστής στα κροατικά - rvač, hrvač, hrvača, hrvač koji, pelivan
  • παλαιός στα κροατικά - godine, starinski, starinskih, stare, starim, stari, star, ...
  • παλιάνθρωπος στα κροατικά - gad, hulja, nitkov, tvor, Skunk, tvora, podlac, ...
  • παλικαρισμός στα κροατικά - bullying, nasilničko ponašanje, nasilničkog ponašanja, zlostavljanje na radnom mjestu, nasilničko
Τυχαίες λέξεις
Παλεύω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: kuka, čaklja, borba, borbi, borbu, borbe, boriti