Παλεύω στα ισπανικά
Μετάφραση: παλεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
luchar, aferrar, lucha, pelea, combate, la lucha
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλεύω
παλεύω συνώνυμα, παλεύω με τα κύματα, το παλεύω, παλεύω στίχοι, την παλεύω, παλεύω λεξικό γλώσσας ισπανικά, παλεύω στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- παλαιστής στα ισπανικά - luchador, luchador de, wrestler, el luchador, del luchador
- παλαιός στα ισπανικά - antiguo, añoso, anciano, añejo, viejo, edad, vieja, ...
- παλιάνθρωπος στα ισπανικά - bergante, bribón, pícaro, mofeta, skunk, zorrillo, la mofeta, ...
- παλικαρισμός στα ισπανικά - valentía, bullying, intimidación, la intimidación, acoso, el acoso
Τυχαίες λέξεις
Παλεύω στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: luchar, aferrar, lucha, pelea, combate, la lucha
Μεταφράσεις: luchar, aferrar, lucha, pelea, combate, la lucha