Πλεόνασμα στα αλβανικά
Μετάφραση: πλεόνασμα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
tepricë, të tepërta, teprica, suficiti, suficit
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεόνασμα
πλεόνασμα καταναλωτή, πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, πλεόνασμα ένστολους, πλεόνασμα δικαιούχοι, πλεόνασμα επίδομα, πλεόνασμα λεξικό γλώσσας αλβανικά, πλεόνασμα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- πλευρίζω στα αλβανικά - ofrohem, accost, të accost, drejtohem
- πλευρό στα αλβανικά - brinjë, bri, anë, anësor, pala, anën, anën e
- πλεύση στα αλβανικά - klasë, natyrisht, me vela, lundrim, vela, lundrimi, lundronte
- πληγή στα αλβανικά - plagë, plaga, plagë e, plagë të, plaga e
Τυχαίες λέξεις
Πλεόνασμα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: tepricë, të tepërta, teprica, suficiti, suficit
Μεταφράσεις: tepricë, të tepërta, teprica, suficiti, suficit