Πλεόνασμα στα εσθονικά
Μετάφραση: πλεόνασμα, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ülejääk, liiasus, ülejäägi, ülejääki, ülejäägiga, ülejäägis
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλεόνασμα
πλεόνασμα καταναλωτή, πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών, πλεόνασμα ένστολους, πλεόνασμα δικαιούχοι, πλεόνασμα επίδομα, πλεόνασμα λεξικό γλώσσας εσθονικά, πλεόνασμα στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- πλευρίζω στα εσθονικά - kõnetama, Ahdistella
- πλευρό στα εσθονικά - tiib, ribi, pool, külg, poolel, küljel, küljele
- πλεύση στα εσθονικά - kursus, müürilade, suund, purjetamine, sõitvate, purjetamise, sõidavad, ...
- πληγή στα εσθονικά - rooskama, nuhtlus, vits, haav, haava, haavade, keritud, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλεόνασμα στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: ülejääk, liiasus, ülejäägi, ülejääki, ülejäägiga, ülejäägis
Μεταφράσεις: ülejääk, liiasus, ülejäägi, ülejääki, ülejäägiga, ülejäägis