Συσχετίζω στα αλβανικά

Μετάφραση: συσχετίζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lidhem, kam lidhje, lidhen, të lidhen, ndërlidhen
Συσχετίζω στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσχετίζω

συσχετίζω συνώνυμο, συσχετίζω αγγλικα, συσχετίζω συνώνυμα, συσχετίζω στα αγγλικά, συσχετίζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, συσχετίζω στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • συσφίγγω στα αλβανικά - ngushtoj, të ngushtoj, shtrëngoj, ngushtojë, të shtrëngoj
  • συσχέτιση στα αλβανικά - korrelacion, korrelacioni, korrelacionit, korrelacion të, korelacion
  • συχνά στα αλβανικά - shpesh, shpeshherë, shpesh të, shpesh e, shpesh i
  • συχνάζω στα αλβανικά - shpeshtë, ndjek, i shpeshtë, shpeshta, të shpeshta, e shpeshtë
Τυχαίες λέξεις
Συσχετίζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: lidhem, kam lidhje, lidhen, të lidhen, ndërlidhen