Συσχετίζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: συσχετίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
spolupracovník, korelujú, koreluje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσχετίζω
συσχετίζω συνώνυμο, συσχετίζω αγγλικα, συσχετίζω συνώνυμα, συσχετίζω στα αγγλικά, συσχετίζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, συσχετίζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- συσφίγγω στα σλοβακικά - svorka, hromada, zovrieť, zovrú, objať, sevřít
- συσχέτιση στα σλοβακικά - korelácia, korelácie, koreláciu, voľby, vzájomný vzťah
- συχνά στα σλοβακικά - často
- συχνάζω στα σλοβακικά - častý, časté, častá, častú, častým
Τυχαίες λέξεις
Συσχετίζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: spolupracovník, korelujú, koreluje
Μεταφράσεις: spolupracovník, korelujú, koreluje