Όρος στα αλβανικά
Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bjeshkë, mal, term, termi, afat, gjatë, term i
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρος
όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας αλβανικά, όρος στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- όριο στα αλβανικά - kufi, limit, kufiri, kufizim, kufiri i
- όρκος στα αλβανικά - be, betim, betimin, betimi, betimin e, betimi që
- όροφος στα αλβανικά - kat, dysheme, kati, kati i, katin e
- όσιος στα αλβανικά - i bekuar, bekuar, të bekuar, e bekuar, Bekuarit
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: bjeshkë, mal, term, termi, afat, gjatë, term i
Μεταφράσεις: bjeshkë, mal, term, termi, afat, gjatë, term i