Όρος στα νορβηγικά
Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bestige, periode, fjell, termin, semester, montere, berg, term, begrepet, sikt, begrep, uttrykket
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρος
όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, όρος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- όριο στα νορβηγικά - grense, limit, grensen
- όρκος στα νορβηγικά - ed, eden, sverge
- όροφος στα νορβηγικά - golv, gulv, etasje, gulvet, femmeteren, etasjen
- όσιος στα νορβηγικά - hellig, velsignet, Blessed, Salig, velsignede, salige
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: bestige, periode, fjell, termin, semester, montere, berg, term, begrepet, sikt, begrep, uttrykket
Μεταφράσεις: bestige, periode, fjell, termin, semester, montere, berg, term, begrepet, sikt, begrep, uttrykket