Όρος στα ισλανδικά
Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fell, fjall, heiti, tíma, hugtakið, hugtak, orð, tíma litið
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρος
όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, όρος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- όριο στα ισλανδικά - mörk, takmörk, takmarka, mörkum, hámark
- όρκος στα ισλανδικά - eiður, eið, sverja, eiðs, eiði, Eiður
- όροφος στα ισλανδικά - hæð, gólf, gólfið, gólfi, gólfinu
- όσιος στα ισλανδικά - heilagur, Blessed, Sæll, blessuð, Blessaður, blessaða
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fell, fjall, heiti, tíma, hugtakið, hugtak, orð, tíma litið
Μεταφράσεις: fell, fjall, heiti, tíma, hugtakið, hugtak, orð, tíma litið