Όρος στα τούρκικα
Μετάφραση: όρος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dağ, vade, kavram, dönem, terim, vadeli, süreli, terimi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρος
όρος των ελαιών, όρος πατέρας, όρος καλλίδρομο, όρος της αφροδίτης, όρος θαβώρ, όρος λεξικό γλώσσας τούρκικα, όρος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- όριο στα τούρκικα - sınır, limit, sınırı, limiti, sınırlama
- όρκος στα τούρκικα - kasam, ant, yemin, yemini, oath, yemindir
- όροφος στα τούρκικα - yer, kat, zemin, katta, taban
- όσιος στα τούρκικα - kutsal, mübarek, Blessed, kutsanmış, kutlu
Τυχαίες λέξεις
Όρος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dağ, vade, kavram, dönem, terim, vadeli, süreli, terimi
Μεταφράσεις: dağ, vade, kavram, dönem, terim, vadeli, süreli, terimi