Αμελώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
икономисвам, не давам достатъчно, скъпя се, икономисвайте, скъпя
Αμελώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμελώ

αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αμελώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αμείβω στα βουλγαρικά - отплащам, въздам за, възвърне жестоко, възвърне жестоко за, възнаграждавам
  • αμελητέος στα βουλγαρικά - незначителен, нищожен, незначително, пренебрежимо, незначителна
  • αμερόληπτος στα βουλγαρικά - безпристрастен, безпристрастно, безпристрастна, безпристрастни, безпристрастното
  • αμετάβλητος στα βουλγαρικά - непроменен, непроменена, непроменени, непроменено, без промяна
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: икономисвам, не давам достатъчно, скъпя се, икономисвайте, скъпя