Αμελώ στα λετονικά
Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nevērība, nolaidība, taupīt, ekonomējot
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμελώ
αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας λετονικά, αμελώ στα λετονικά
Μεταφράσεις
- αμείβω στα λετονικά - atriebties, atalgot, atmaksāt
- αμελητέος στα λετονικά - niecīgs, nenozīmīgs, niecīga, nenozīmīga, nenozīmīgu
- αμερόληπτος στα λετονικά - objektīvs, objektīva, objektīvi, objektīvu, objektīvas
- αμετάβλητος στα λετονικά - nemainīgs, nemainīga, nemainīgi, nemainīgas, nemainījās
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: nevērība, nolaidība, taupīt, ekonomējot
Μεταφράσεις: nevērība, nolaidība, taupīt, ekonomējot