Αμελώ στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
икономисвам, скржави, да икономисвам, не икономисвам, одговорам доволно
Αμελώ στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμελώ

αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αμελώ στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αμείβω στα σλαβομακεδονικά - компенсирам, компенсирам за
  • αμελητέος στα σλαβομακεδονικά - занемарлив, занемарлива, занемарливи, занемарливо, незначителна
  • αμερόληπτος στα σλαβομακεδονικά - непристрасен, непристрасни, непристрасно, непристрасна, непристрастен
  • αμετάβλητος στα σλαβομακεδονικά - непроменети, непроменет, непроменета, непроменето, неизменета
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: икономисвам, скржави, да икономисвам, не икономисвам, одговорам доволно