Αμελώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скупіцца, павыкупляцца
Αμελώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμελώ

αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αμελώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αμείβω στα λευκορωσικά - узнагароджваць, ўзнагароджваць
  • αμελητέος στα λευκορωσικά - нязначны, малаважны, нязначная, нязначную
  • αμερόληπτος στα λευκορωσικά - бесстаронні, непрадузяты, аб'ектыўны, бесстаронны
  • αμετάβλητος στα λευκορωσικά - без, магчымы
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: скупіцца, павыкупляцца