Αμελώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skimp, skimp ekki, að skimp
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμελώ
αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αμελώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αμείβω στα ισλανδικά - launa
- αμελητέος στα ισλανδικά - hverfandi, óveruleg, óverulegt, óverulegur, lítil sem engin
- αμερόληπτος στα ισλανδικά - hlutlaus, óhlutdrægur, hlutlausa, óhlutdræg, óhlutdræga
- αμετάβλητος στα ισλανδικά - óbreytt, óbreyttum, óbreyttir, stað, í stað
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: skimp, skimp ekki, að skimp
Μεταφράσεις: skimp, skimp ekki, að skimp