Αμελώ στα εσθονικά

Μετάφραση: αμελώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
hooletus, koonerdama, räpakalt, Kasutada kitsaasti, kitsalt läbi ajama
Αμελώ στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμελώ

αμελώ αγγλικά, αμελώ συνωνυμα, αμελώ συνώνυμο, αμελώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, αμελώ στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αμείβω στα εσθονικά - tasuma, palkitsemme
  • αμελητέος στα εσθονικά - tühine, tähtsusetu, ebaoluline, tähtsusetuks, tühiseks
  • αμερόληπτος στα εσθονικά - õiglane, erapooletu, erapooletult, erapooletut, erapooletud, erapooletus
  • αμετάβλητος στα εσθονικά - muudetamatu, vääramatu, muutmatu, muutmata, muutumatuks, samaks, muutumatuna, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμελώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: hooletus, koonerdama, räpakalt, Kasutada kitsaasti, kitsalt läbi ajama