Ανατέλλω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ανατέλλω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
възниквам, anatello
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατέλλω
θα ανατέλλω, ανατέλλω κλίση, κατάστημα ανατέλλω, αναστέλλω συνώνυμα, ανατέλλω ίλιον, ανατέλλω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ανατέλλω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ανασφαλής στα βουλγαρικά - несигурен, несигурни, несигурна, несигурно, ненадежден
- ανασχηματισμός στα βουλγαρικά - реформа, преустройство, реорганизация, рокади, разместване, размествания
- αναταραχή στα βουλγαρικά - неспокойствие, смут, вълнения, размирици, безредици
- ανατολή στα βουλγαρικά - изток, на изток, източно, East, източната
Τυχαίες λέξεις
Ανατέλλω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: възниквам, anatello
Μεταφράσεις: възниквам, anatello