Ανατέλλω στα τούρκικα
Μετάφραση: ανατέλλω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
artış, bayır, anatello
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατέλλω
θα ανατέλλω, ανατέλλω κλίση, κατάστημα ανατέλλω, αναστέλλω συνώνυμα, ανατέλλω ίλιον, ανατέλλω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανατέλλω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ανασφαλής στα τούρκικα - emniyetsiz, güvensiz, güvenli olmayan, güvensiz bir, güvencesiz
- ανασχηματισμός στα τούρκικα - reform, yeniden karmak, değişikliği, görev değişikliği, kabine değişikliği
- αναταραχή στα τούρκικα - şamata, hareket, huzursuzluk, kargaşa, huzursuzluklar, huzursuzluğun, huzursuzluğu
- ανατολή στα τούρκικα - doğu, doğusunda, km doğusunda, doğusunda Otel
Τυχαίες λέξεις
Ανατέλλω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: artış, bayır, anatello
Μεταφράσεις: artış, bayır, anatello