Ανατέλλω στα σουηδικά
Μετάφραση: ανατέλλω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stiga, anatello
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατέλλω
θα ανατέλλω, ανατέλλω κλίση, κατάστημα ανατέλλω, αναστέλλω συνώνυμα, ανατέλλω ίλιον, ανατέλλω λεξικό γλώσσας σουηδικά, ανατέλλω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ανασφαλής στα σουηδικά - osäker, osäkra, osäkert, otrygga, otrygg
- ανασχηματισμός στα σουηδικά - reform, reformera, ombildning, ombildningen, omfördelning
- αναταραχή στα σουηδικά - bråk, uppståndelse, oväsen, oro, oron, oroligheter, oroligheterna, ...
- ανατολή στα σουηδικά - öster, östra, öst, East, österut
Τυχαίες λέξεις
Ανατέλλω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: stiga, anatello
Μεταφράσεις: stiga, anatello