Ανατέλλω στα ουγγρικά

Μετάφραση: ανατέλλω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fizetésemelés, béremelés, feltörés, felemelkedés, emelkedés, anatello
Ανατέλλω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανατέλλω

θα ανατέλλω, ανατέλλω κλίση, κατάστημα ανατέλλω, αναστέλλω συνώνυμα, ανατέλλω ίλιον, ανατέλλω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ανατέλλω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ανασφαλής στα ουγγρικά - bizonytalan, biztonságos, nem biztonságos, a bizonytalan, bizonytalanok
  • ανασχηματισμός στα ουγγρικά - reform, átalakít, átrendez, átszervezés, átalakítása, átszervezését
  • αναταραχή στα ουγγρικά - nyugtalanság, zavargások, nyugtalanságot, elégedetlenség, a nyugtalanság
  • ανατολή στα ουγγρικά - kelet, keleti, keletre
Τυχαίες λέξεις
Ανατέλλω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: fizetésemelés, béremelés, feltörés, felemelkedés, emelkedés, anatello