Αποπληξία στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
удар, инсулт, ход, мозъчен инсулт, хода
Αποπληξία στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποπληξία

αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αποπληξία στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αποπληθωρισμός στα βουλγαρικά - дефлация, Дефлацията, на спад, на спад в, Дефлирането
  • αποπληκτικός στα βουλγαρικά - застоял, задушен, запушен, задушно, скучен
  • αποπληρωμή στα βουλγαρικά - отплата, изплащане, погасяване, възстановяване, изплащането, връщане
  • αποπνέων στα βουλγαρικά - apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: удар, инсулт, ход, мозъчен инсулт, хода