Αποπληξία στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
golpe, apoplexia, curso, acidente vascular cerebral, AVC
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποπληξία
αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποπληξία στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- αποπληθωρισμός στα πορτογαλικά - deflação, A deflação, esvaziamento, deflation, de deflação
- αποπληκτικός στα πορτογαλικά - abafado, todas as, entupido, stuffy, abafada
- αποπληρωμή στα πορτογαλικά - tornar, retribuir, reembolso, reembolse, de reembolso, o reembolso, pagamento, ...
- αποπνέων στα πορτογαλικά - apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: golpe, apoplexia, curso, acidente vascular cerebral, AVC
Μεταφράσεις: golpe, apoplexia, curso, acidente vascular cerebral, AVC