Αποπληξία στα τούρκικα

Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inme, strok, kontur, felç, sondaji
Αποπληξία στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποπληξία

αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποπληξία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αποπληθωρισμός στα τούρκικα - deflasyon, Lastik basınç kaybı, Sönme, deflasyonu
  • αποπληκτικός στα τούρκικα - havasız, tıkalı, havasız bir, stuffy
  • αποπληρωμή στα τούρκικα - ödeme, geri ödeme, geri ödemesi, geri ödenmesi
  • αποπνέων στα τούρκικα - apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: inme, strok, kontur, felç, sondaji