Αποπληξία στα ουκρανικά

Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
апоплексія, хід, перебіг, процес, хода
Αποπληξία στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποπληξία

αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αποπληξία στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αποπληθωρισμός στα ουκρανικά - газа, дефляція, газу, викачування, дефляцію
  • αποπληκτικός στα ουκρανικά - апоплексичний, задушливий, душний, задушливе, задушливого, паркий
  • αποπληρωμή στα ουκρανικά - віддавати, відшкодовувати, відплачувати, повертати, погашення
  • αποπνέων στα ουκρανικά - відновити, apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: апоплексія, хід, перебіг, процес, хода