Αποπληξία στα δανικά
Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
slag, slagtilfælde, streg, takts, apopleksi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποπληξία
αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας δανικά, αποπληξία στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποπληθωρισμός στα δανικά - deflation, deflatering, tømning, deflationen, deflation med
- αποπληκτικός στα δανικά - indelukket, snerpet, indelukkede, tilstoppet, stoppet
- αποπληρωμή στα δανικά - tilbagebetaling, godtgørelse, tilbagebetalingen, indfrielse, tilbagebetalt
- αποπνέων στα δανικά - apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: slag, slagtilfælde, streg, takts, apopleksi
Μεταφράσεις: slag, slagtilfælde, streg, takts, apopleksi