Αποπληξία στα ιταλικά
Μετάφραση: αποπληξία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
apoplessia, colpo, tratto, corsa, ictus, stroke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποπληξία
αποπληξία ετυμολογία, αποπληξία τι σημαινει, αποπληξία τησ υπόφυσησ, αποπληξία english, αποπληξία ορισμος, αποπληξία λεξικό γλώσσας ιταλικά, αποπληξία στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- αποπληθωρισμός στα ιταλικά - deflazione, La deflazione, sgonfiaggio, sgonfiamento, Deflation
- αποπληκτικός στα ιταλικά - chiuso, soffocante, formale, stuffy
- αποπληρωμή στα ιταλικά - rimborso, di rimborso, il rimborso, restituzione, rimborso del
- αποπνέων στα ιταλικά - profumato, apopneon
Τυχαίες λέξεις
Αποπληξία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: apoplessia, colpo, tratto, corsa, ictus, stroke
Μεταφράσεις: apoplessia, colpo, tratto, corsa, ictus, stroke