Αρκτική στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αρκτική, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
арктика, северен, Бореалния, Boreal, Бореален, бореални
Αρκτική στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρκτική

αρκτική ανταρκτική, αρκτική θάλασσα, αρκτική κουκουβάγια, αρκτική τούνδρα, αρκτική αλεπού, αρκτική λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αρκτική στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αρκετοί στα βουλγαρικά - няколко, някои, редица, на няколко, неколцина
  • αρκετός στα βουλγαρικά - достатъчно, е достатъчно, достатъчна
  • αρκτικός στα βουλγαρικά - арктика, арктичен, Арктическия, Arctic, на Арктика, Северния ледовит
  • αρλεκίνος στα βουλγαρικά - арлекин, Harlequin, клоун, тип арлекин, пъстър десен
Τυχαίες λέξεις
Αρκτική στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: арктика, северен, Бореалния, Boreal, Бореален, бореални