Αρκτική στα λιθουανικά
Μετάφραση: αρκτική, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
arktis, arktika, borealinį, borealinio, borealiniam, Boreal, Borealinės
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρκτική
αρκτική ανταρκτική, αρκτική θάλασσα, αρκτική κουκουβάγια, αρκτική τούνδρα, αρκτική αλεπού, αρκτική λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρκτική στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αρκετοί στα λιθουανικά - keletas, keli, kelios, keletą, kelių
- αρκετός στα λιθουανικά - žymus, pakankamai, nepakanka, pakanka, gana, nepakankamai
- αρκτικός στα λιθουανικά - arktis, arktika, arktinis, Arkties, Arctic, Arktis, Arkties regiono
- αρλεκίνος στα λιθουανικά - juokdarys, Harlequin, Arlekino, Arlekīns, Arlekin
Τυχαίες λέξεις
Αρκτική στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: arktis, arktika, borealinį, borealinio, borealiniam, Boreal, Borealinės
Μεταφράσεις: arktis, arktika, borealinį, borealinio, borealiniam, Boreal, Borealinės