Γονιμοποιώ στα βουλγαρικά

Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
далак, Милт, Milt, оплождам хайвер
Γονιμοποιώ στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ

γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γονιμοποιώ στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • γονίδιο στα βουλγαρικά - ген, генна, гена, генен
  • γονατίζω στα βουλγαρικά - коленича, коленичи, коленичат, коленичим, коленичиш
  • γονιμότητα στα βουλγαρικά - раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет
  • γονυπετώ στα βουλγαρικά - на колене, коленичил, накланяне, колене, коленичене
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: далак, Милт, Milt, оплождам хайвер