Γονιμοποιώ στα δανικά

Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
Milt, sæd, maelke, Milts, af Milt
Γονιμοποιώ στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ

γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας δανικά, γονιμοποιώ στα δανικά

Μεταφράσεις

  • γονίδιο στα δανικά - gen, genet
  • γονατίζω στα δανικά - knæle, knæler, knæle ned, knæ, kneel
  • γονιμότητα στα δανικά - frugtbarhed, fertilitet, fertiliteten, forplantningsevnen, forplantningsevne
  • γονυπετώ στα δανικά - knælende, knæliggende, knæle, knælesystem, knælesystemet
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: Milt, sæd, maelke, Milts, af Milt