Γονιμοποιώ στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
milt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ
γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, γονιμοποιώ στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- γονίδιο στα σλαβομακεδονικά - ген, генот, генски, генската, генска
- γονατίζω στα σλαβομακεδονικά - коленичи, клекне, коленичат, клечат, клекнеш
- γονιμότητα στα σλαβομακεδονικά - плодноста, на плодноста, фертилитет, плодност, плодноста на
- γονυπετώ στα σλαβομακεδονικά - клекнат, клекната, клечење, клекнувајќи, клечеа
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: milt
Μεταφράσεις: milt