Γονιμοποιώ στα πολωνικά
Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
użyźniać, śledziona, MILT, mlecz, śledzionę, mlecza
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ
γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας πολωνικά, γονιμοποιώ στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- γονίδιο στα πολωνικά - gen, genu, genów, genowej, genem
- γονατίζω στα πολωνικά - klękać, klęczeć, uklęknąć, kneel, klękają
- γονιμότητα στα πολωνικά - plenność, żyzność, urodzajność, płodność, płodności
- γονυπετώ στα πολωνικά - uklęknąć, klęczący, przyklęku, klęczącej, klęczenie
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: użyźniać, śledziona, MILT, mlecz, śledzionę, mlecza
Μεταφράσεις: użyźniać, śledziona, MILT, mlecz, śledzionę, mlecza