Γονιμοποιώ στα ουγγρικά

Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
halikra, Milt, haltej, halat megtermékenyít, lép testrész
Γονιμοποιώ στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ

γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γονιμοποιώ στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • γονίδιο στα ουγγρικά - gén, gént, génnel
  • γονατίζω στα ουγγρικά - térdel, térdelni, letérdelnek, térdeljen, térdeljen le
  • γονιμότητα στα ουγγρικά - termékenység, termékenységi, termékenységet, termékenységre, a termékenység
  • γονυπετώ στα ουγγρικά - térdelő, térdel, térdeplő, térdelve
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: halikra, Milt, haltej, halat megtermékenyít, lép testrész