Γονιμοποιώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γονιμοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
малокі
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γονιμοποιώ
γονιμοποιώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γονιμοποιώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γονίδιο στα λευκορωσικά - ген, генеральны
- γονατίζω στα λευκορωσικά - станавіцца, становіцца, рабіцца
- γονιμότητα στα λευκορωσικά - урадлівасць, ўрадлівасць, пладароддзе
- γονυπετώ στα λευκορωσικά - каленях, каленах, калені
Τυχαίες λέξεις
Γονιμοποιώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: малокі
Μεταφράσεις: малокі