Εκλεκτός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: εκλεκτός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
избран, мача, за мача, избрана, избрания
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλεκτός
εκλεκτός στα αγγλικά, εκλεκτός συνώνυμα, jacobs εκλεκτός, εκλεκτός αγγλικά, εκλεκτός συνώνυμο, εκλεκτός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εκλεκτός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκλειπτική στα βουλγαρικά - еклиптика, еклиптичен, еклиптичната, еклиптичния, еклиптиката
- εκλεκτικός στα βουλγαρικά - селективен, селективна, селективно, селективни, избирателно
- εκλεπτυσμένος στα βουλγαρικά - изтънчен, изискан, усъвършенствана, сложна, сложни
- εκλιπαρώ στα βουλγαρικά - пожелавам, жадуват, жадуват за, копнеят, жадува
Τυχαίες λέξεις
Εκλεκτός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: избран, мача, за мача, избрана, избрания
Μεταφράσεις: избран, мача, за мача, избрана, избрания