Επηρεάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επηρεάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
люшкане, люшкам, поклащам, люлея, люшкам се
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επηρεάζω
επηρεάζω επιρροή, επηρεάζω λεξικο, επηρεάζω ετυμολογία, επηρεάζω συνωνυμα, επηρεάζω στα αγγλικα, επηρεάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επηρεάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επευφημίες στα βουλγαρικά - аплодисменти, ликуващата, възгласи, аплодисментите, радостни
- επευφημώ στα βουλγαρικά - аплодирам, приветствам, аплодират, аплодираме, аплодира
- επιβάλλω στα βουλγαρικά - граница, учреждение, опустошавам, отмъщавам, сеят, опустошат, да опустошавам
- επιβάτης στα βουλγαρικά - пътнически, пътник, на пътници, пътническия, пътническа
Τυχαίες λέξεις
Επηρεάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: люшкане, люшкам, поклащам, люлея, люшкам се
Μεταφράσεις: люшкане, люшкам, поклащам, люлея, люшкам се