Επηρεάζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: επηρεάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нишаат, нишање, замав, влијание, налетот
Επηρεάζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επηρεάζω

επηρεάζω επιρροή, επηρεάζω λεξικο, επηρεάζω ετυμολογία, επηρεάζω συνωνυμα, επηρεάζω στα αγγλικα, επηρεάζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επηρεάζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • επευφημίες στα σλαβομακεδονικά - навива, навивачката, извикуваат, отпоздравуваше, отпоздравуваше со
  • επευφημώ στα σλαβομακεδονικά - аплаудира, аплаудираат, поздравувам, аплаудирам, аплаудира на
  • επιβάλλω στα σλαβομακεδονικά - изливам, да изливам, разурнува, предизвика, да предизвика
  • επιβάτης στα σλαβομακεδονικά - патнички, патници, патник, патникот, патничкиот
Τυχαίες λέξεις
Επηρεάζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: нишаат, нишање, замав, влијание, налетот