Επηρεάζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: επηρεάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
inog, uralkodik, uralma, lengése, sway
Επηρεάζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επηρεάζω

επηρεάζω επιρροή, επηρεάζω λεξικο, επηρεάζω ετυμολογία, επηρεάζω συνωνυμα, επηρεάζω στα αγγλικα, επηρεάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επηρεάζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • επευφημίες στα ουγγρικά - éljenzés, éljenző, ujjongott, ujjongó, szurkoló
  • επευφημώ στα ουγγρικά - tapsol, Üdvözlöm, tapsolni, üdvözölni, üdvözlik
  • επιβάλλω στα ουγγρικά - egyetem, szabadjára enged, kitölti, kitölti a, megbosszulja, pusztítást
  • επιβάτης στα ουγγρικά - utas, személyszállítási, személyszállító, személyszállítás, utasszállító
Τυχαίες λέξεις
Επηρεάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: inog, uralkodik, uralma, lengése, sway