Κάθομαι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κάθομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
фидета, седя, седне, седнете, седят, седнат
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάθομαι
κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα, κάθομαι συνώνυμα, κάθομαι σταυροπόδι, κάθομαι κλίση, κάθομαι εδώ και κάθομαι, κάθομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κάθομαι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κάθετος στα βουλγαρικά - вертикален, вертикална, вертикално, вертикалната, вертикалното
- κάθισμα στα βουλγαρικά - сиренце, седалка, седалище, седалката, място, мястото
- κάκτος στα βουλγαρικά - кактус, кактуси, кактусова, кактуса
- κάκωση στα βουλγαρικά - нараняване, вреда, травма, травма на, контузия
Τυχαίες λέξεις
Κάθομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: фидета, седя, седне, седнете, седят, седнат
Μεταφράσεις: фидета, седя, седне, седнете, седят, седнат