Κάθομαι στα γερμανικά

Μετάφραση: κάθομαι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
posieren, sitzen, setzen, zu sitzen, sitzt, sit
Κάθομαι στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάθομαι

κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα, κάθομαι συνώνυμα, κάθομαι σταυροπόδι, κάθομαι κλίση, κάθομαι εδώ και κάθομαι, κάθομαι λεξικό γλώσσας γερμανικά, κάθομαι στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • κάθετος στα γερμανικά - stehend, vertikale, vertikal, senkrecht, vertikalen, Vertikal
  • κάθισμα στα γερμανικά - sitz, setzen, amtssitz, hosenboden, arsch, po, boden, ...
  • κάκτος στα γερμανικά - kaktus, kaktee, Kaktus, cactus, Kakteen
  • κάκωση στα γερμανικά - wunde, Verletzung, Verletzungen, Schädigung, Verletzungs
Τυχαίες λέξεις
Κάθομαι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: posieren, sitzen, setzen, zu sitzen, sitzt, sit