Κάθομαι στα πολωνικά

Μετάφραση: κάθομαι, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
usiąść, posiedzieć, obradować, zdawać, siąść, zasiąść, przesiadywać, usiedzieć, znajdować, posiadywać, siedzieć, siadać, siedzą, sit
Κάθομαι στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κάθομαι

κάθομαι σε αναμμένα κάρβουνα, κάθομαι συνώνυμα, κάθομαι σταυροπόδι, κάθομαι κλίση, κάθομαι εδώ και κάθομαι, κάθομαι λεξικό γλώσσας πολωνικά, κάθομαι στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • κάθετος στα πολωνικά - pionowy, wierzchołkowy, wertykalny, pion, zenitowy, pionowe, pionowa, ...
  • κάθισμα στα πολωνικά - usadzać, siedzisko, sadzać, mandat, miejscówka, siedziba, sadowić, ...
  • κάκτος στα πολωνικά - kaktus, cactus, kaktusów, kaktusa
  • κάκωση στα πολωνικά - obrażenie, uszkodzenie, szkoda, zranienie, szkody, szkodę
Τυχαίες λέξεις
Κάθομαι στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: usiąść, posiedzieć, obradować, zdawać, siąść, zasiąść, przesiadywać, usiedzieć, znajdować, posiadywać, siedzieć, siadać, siedzą, sit