Κατσικάκι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: κατσικάκι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лайка, хлапе, дете, ли деца, детето, момче
Κατσικάκι στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατσικάκι

κατσικάκι στο φούρνο, κατσικάκι συνταγές, κατσικάκι με πατάτες, κατσικάκι με τσικουδιά, κατσικάκι με αγκινάρες, κατσικάκι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κατσικάκι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • κατσαρός στα βουλγαρικά - къдрав, къдрава, чуплива
  • κατσαρώνω στα βουλγαρικά - пръскам, къдрица, гладка, чупливостта, къдриците
  • κατσουφιάζω στα βουλγαρικά - спускам, блика, спускам се, навеждам, унижавам
  • κατωτερότητα στα βουλγαρικά - малоценност, за малоценност, непълноценност, малка ефективност
Τυχαίες λέξεις
Κατσικάκι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: лайка, хлапе, дете, ли деца, детето, момче