Κατσικάκι στα ουκρανικά
Μετάφραση: κατσικάκι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дрібничку, ласощі, дрібничка, дрібниця, дитина, дитя
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσικάκι
κατσικάκι στο φούρνο, κατσικάκι συνταγές, κατσικάκι με πατάτες, κατσικάκι με τσικουδιά, κατσικάκι με αγκινάρες, κατσικάκι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατσικάκι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατσαρός στα ουκρανικά - кучерявенький, хвилястий, кучерявий, в'юнкий, витких, в'ється, що в'ється
- κατσαρώνω στα ουκρανικά - кучеряве волосся, кучеряві волосся, в'юнке волосся, хвилясте волосся
- κατσουφιάζω στα ουκρανικά - насупитися, насуплюватися, супитися, хмуртеся, хмуритися, хмаритися, хмуро
- κατωτερότητα στα ουκρανικά - неповноцінний, нижчий, низька якість, низьку якість
Τυχαίες λέξεις
Κατσικάκι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: дрібничку, ласощі, дрібничка, дрібниця, дитина, дитя
Μεταφράσεις: дрібничку, ласощі, дрібничка, дрібниця, дитина, дитя