Κατσικάκι στα εσθονικά
Μετάφραση: κατσικάκι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
glassee, põngerjas, laps, poiss, lapsele, kid
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατσικάκι
κατσικάκι στο φούρνο, κατσικάκι συνταγές, κατσικάκι με πατάτες, κατσικάκι με τσικουδιά, κατσικάκι με αγκινάρες, κατσικάκι λεξικό γλώσσας εσθονικά, κατσικάκι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- κατσαρός στα εσθονικά - kähar, lokkis, krässus, särisev, säbruline, säbar, Kihara
- κατσαρώνω στα εσθονικά - lokk, lokkima, kihar, särisema, kräsu, juuste sassiminekut, frizz, ...
- κατσουφιάζω στα εσθονικά - hukkamõist, lour, Allpool, Madalam
- κατωτερότητα στα εσθονικά - alaväärsus, halvemus, alamusvahekord, vähemväärtuslikkus, alamus, alaväärtuslikkus
Τυχαίες λέξεις
Κατσικάκι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: glassee, põngerjas, laps, poiss, lapsele, kid
Μεταφράσεις: glassee, põngerjas, laps, poiss, lapsele, kid