Κατσικάκι στα ρωσικά

Μετάφραση: κατσικάκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
надувать, ребёнок, девчонка, трунить, ягниться, лайка, ребенок, младенец, шевро, высмеивать, малыш, ребенком, парень, малыша
Κατσικάκι στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατσικάκι

κατσικάκι στο φούρνο, κατσικάκι συνταγές, κατσικάκι με πατάτες, κατσικάκι με τσικουδιά, κατσικάκι με αγκινάρες, κατσικάκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, κατσικάκι στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • κατσαρός στα ρωσικά - кудрявый, курчавый, волнистый, вьющийся, изогнутый, завитой, вьющиеся, ...
  • κατσαρώνω στα ρωσικά - кудрявиться, завивать, подвить, курчавиться, виться, рулон, подвивать, ...
  • κατσουφιάζω στα ρωσικά - нахмуриться, кукситься, хмуриться, насупиться, Lour
  • κατωτερότητα στα ρωσικά - качество, достоинство, неполноценность, положение, низкое качество, неполноценности, отставание
Τυχαίες λέξεις
Κατσικάκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: надувать, ребёнок, девчонка, трунить, ягниться, лайка, ребенок, младенец, шевро, высмеивать, малыш, ребенком, парень, малыша