Κατσικάκι στα σουηδικά

Μετάφραση: κατσικάκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
unge, barn, kid, ungen
Κατσικάκι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατσικάκι

κατσικάκι στο φούρνο, κατσικάκι συνταγές, κατσικάκι με πατάτες, κατσικάκι με τσικουδιά, κατσικάκι με αγκινάρες, κατσικάκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, κατσικάκι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • κατσαρός στα σουηδικά - burrigt, frizzy, frissigt, krulligt, krusigt
  • κατσαρώνω στα σουηδικά - frizz, frissighet, frizzighet, krusa hår, friss
  • κατσουφιάζω στα σουηδικά - lour
  • κατωτερότητα στα σουηδικά - underlägsenhet, inferiority, mindervärdeskomplex, underlägsenhets, inferiorityen
Τυχαίες λέξεις
Κατσικάκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: unge, barn, kid, ungen