Κελάρι στα βουλγαρικά
Μετάφραση: κελάρι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
погреб, изба, мазе, килер, избено помещение, маза
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελάρι
κελάρι διαλεκτό, κελάρι κατασκευή, κελάρι μονεμβασιά, κελάρι του athenaeum, κελάρι της ντροπής, κελάρι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, κελάρι στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- κείμενο στα βουλγαρικά - проход, текст, на текст, текстов, текстови
- κειμήλιο στα βουλγαρικά - скъпоценен камък, бижу, перла, перлата
- κελί στα βουλγαρικά - клетка, клетъчна, клетъчната, клетъчен, клетъчно
- κελαρύζω στα βουλγαρικά - раба, мах, замах, свистене, бия с пръчка, махам шумно
Τυχαίες λέξεις
Κελάρι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: погреб, изба, мазе, килер, избено помещение, маза
Μεταφράσεις: погреб, изба, мазе, килер, избено помещение, маза